Η Ελλάδα από το 1931 (με το Π.Δ. της 6/18 Σεπτεμβρίου 1931) έχει καθορίσει εναέρια ζώνη εύρους 10 ν.μ. για τους σκοπούς της αεροπορίας και της αστυνόμευσης αυτής. Η Τουρκία δεν υπέβαλε καμία ένσταση τότε ως προς το εύρος του ελληνικού εναερίου χώρου και επί σειρά δεκαετιών αναγνώριζε και σεβόταν το πλήρες εύρος του ελληνικού εναερίου χώρου.
Το σχετικό Π.Δ. εξακολουθεί να ισχύει μέχρι σήμερα με ρητή πρόβλεψη του άρθρου 191 παρ.2 του Κώδικα Αεροπορικού Δικαίου [Ν. 1815/1988 (ΦΕΚ Α΄ 250)].
Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 της Σύμβασης του Σικάγου του 1944 για την Διεθνή Πολιτική Αεροπορία και τα άρθρα 2 και 3 της Διεθνούς Συμβάσεως για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982, ο εθνικός εναέριος χώρος ενός κράτους είναι ο εναέριος χώρος που εκτείνεται πάνω από το χερσαίο έδαφος και τα χωρικά του ύδατα.
Κατά συνέπεια, το εύρος του ελληνικού εθνικού εναερίου χώρου εκτείνεται στα 10 ν.μ. σύμφωνα με το προαναφερθέν Π.Δ. του 1931.
Η Ελλάδα έχει προβεί, ήδη από την θεσμοθέτηση του ελληνικού εναερίου χώρου, σε κάθε αναγκαία διεθνή γνωστοποίηση του εύρους αυτού (δημοσίευση σε χάρτες CINA, στους χάρτες του ICAO, στο Περιοχικό Σχέδιο Αεροναυτιλίας Ευρώπης, στο Εθνικό Εγχειρίδιο Αεροναυτιλίας (ΑΙΡ) κ.λπ.). Σημειωτέον ότι στη δεύτερη δημοσίευση των αεροναυτικών χαρτών του ICAO, το 1955, συμπεριελήφθησαν και πάλι αεροναυτικοί χάρτες, ελληνικοί αλλά και τουρκικοί, με απεικόνιση των εξωτερικών ορίων του ελληνικού εθνικού εναερίου χώρου (10 ν.μ.).