Ανήκει τελικά η Τουρκία του Ερντογάν στο ΝΑΤΟ;


Γράφει ο Αντιστράτηγος (ε.α.) Αντώνης Βασιλείου*.

Η Άγκυρα είναι το μόνο μέλος που αντιστέκεται στην ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στη συμμαχία.

Κάθε μέλος του Οργανισμού του Βορειοατλαντικού Συμφώνου έχει καλωσορίσει με ενθουσιασμό τη Φινλανδία και τη Σουηδία εκτός από ένα,  η Τουρκία, η οποία την Τετάρτη εμπόδισε μια πρόωρη ψηφοφορία για την έναρξη των ενταξιακών συνομιλιών. Για λόγους πολιτικούς, τοπικούς και άσχετους με την απόφαση, ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν υιοθέτησε σκληρή γραμμή στις προσπάθειες του να εκτροχιάσει τα υποψήφια μέλη. Αυτό θα πρέπει να εγείρει το ερώτημα εάν η Τουρκία υπό την ηγεσία του κ. Ερντογάν ανήκει στη συμμαχία.

Ομοίως, τα μέλη του ΝΑΤΟ έχουν δείξει σταθερή αποφασιστικότητα μετά την εισβολή του Βλαντιμίρ Πούτιν στην Ουκρανία, εκτός από την Τουρκία. Με την εξαίρεση της άδειας πώλησης πολεμικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών στην Ουκρανία, μια συμφωνία μεταξύ του Κιέβου και του ιδιωτικού κατασκευαστή άμυνας Baykar Makina που υπογράφηκε πριν από την εισβολή, η Άγκυρα έχει προσφέρει κάτι περισσότερο από θορυβώδη διπλωματία. Ο κ. Ερντογάν προσπάθησε να τοποθετηθεί ως μεσολαβητής της ειρήνης μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας, αντικατοπτρίζοντας την προηγούμενη και παρόμοια αναποτελεσματική προσφορά του να διαπραγματευτεί με τους Ταλιμπάν κατά την αποχώρηση των ΗΠΑ πέρυσι τον Αύγουστο.

Η στάση αυτού του γιαλατζί ειρηνοποιού, παρείχε κάλυψη για ένα πρότυπο συνεργασίας με τη Μόσχα, συμπεριλαμβανομένης της αγοράς από την Τουρκία του συστήματος πυραυλικής άμυνας S-400 από τη Ρωσία το 2017.

Από την εισβολή της Ρωσίας, ο κ. Ερντογάν αρνήθηκε να στείλει τους S-400 στην Ουκρανία, αρνήθηκε να ενταχθεί στις κυρώσεις των μελών του ΝΑΤΟ κατά της Ρωσίας και επέτρεψαν στην Τουρκία να γίνει καταφύγιο για Ρώσους ολιγάρχες, τραπεζικούς λογαριασμούς και επενδύσεις.

Η κακοδιαχείριση της τουρκικής οικονομίας από τον κ. Ερντογάν τον άφησε να έχει ανάγκη από ρωσική οικονομική υποστήριξη. Ενώ οι μέσοι πολίτες αντιμετωπίζουν αυξανόμενα κόστη για βασικά αγαθά, συνεχίζει να αναθέτει τεράστιες κρατικές συμβάσεις σε συμμάχους, συνήθως μέσω μη ανταγωνιστικών διαγωνισμών και συχνά για έργα ματαιοδοξίας. Η υποστήριξη της Ρωσίας στηρίζει το καθεστώς του κ. Ερντογάν και παρέχει στον Τούρκο πρόεδρο έναν συγγενή αντιδημοκρατικό σύμμαχο.

Η ελευθερία και η διαφάνεια στην Τουρκία έχουν υποφέρει από κάθε μέτρο υπό τον Ερντογάν. Ο παγκόσμιος δείκτης αντιλήψεως για τη διαφθορά για το 2021 κατέταξε την Τουρκία στην 96η θέση, από την 77η όταν έγινε πρωθυπουργός το 2003. Ο Παγκόσμιος Δείκτης Δημοκρατίας του 2021 κατέταξε την Τουρκία στην 103η, από την 88η το 2006. Η Φινλανδία και η Σουηδία κατέλαβαν την πρώτη και την τέταρτη θέση, αντίστοιχα, στον παγκόσμιο δείκτης αντιλήψεως για τη διαφθορά, και έκτη και τέταρτη αντίστοιχα στον Παγκόσμιο Δείκτη Δημοκρατίας.

Ολιγάρχες κοντά στον Ερντογάν έχουν συστηματικά αποκτήσει τουρκικά ΜΜΕ, ενώ η κυβέρνηση έχει φυλακίσει πολλούς δημοσιογράφους της αντιπολίτευσης, μετατρέποντας τον άλλοτε έντονο εγχώριο Τύπο σε όργανα προπαγάνδας. Τα διεθνή μέσα ενημέρωσης έχουν παρενοχληθεί από την κρατική ραδιοτηλεοπτική αρχή. Οι θρησκευτικές και εθνοτικές μειονότητες αντιμετωπίζουν καθημερινές διώξεις. Τα δικαιώματα των γυναικών έχουν καταπατηθεί.

Η πολιτική ανοιχτών θυρών του ΝΑΤΟ ορίζει ότι η ένταξη είναι ανοιχτή σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα που μπορεί να συμβάλει στην ασφάλεια της ευρωατλαντικής περιοχής, εφόσον πληροί ορισμένες δημοκρατικές απαιτήσεις. Εκτός από τον Ερντογάν, κανένα μέλος της συμμαχίας δεν αμφισβητεί την εκπλήρωση αυτών των κριτηρίων από τις σκανδιναβικές χώρες. Αλλά η Τουρκία, η οποία εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ το 1952, θα πληρούσε τα πρότυπα για ένταξη σήμερα;

Η μεγαλύτερη στρατηγική αποτυχία του ΝΑΤΟ των τελευταίων δύο δεκαετιών ήταν να υποτιμήσει την κακή πρόθεση του Πούτιν υποτιμώντας ταυτόχρονα την ικανότητα των μελών του για συλλογική αποφασιστικότητα.Η συμμαχία κινδυνεύει να επαναλάβει το ίδιο λάθος με τον Ερντογάν.

Η Τουρκία είναι μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά υπό τον Ερντογάν δεν προσυπογράφει πλέον τις αξίες που στηρίζουν αυτή τη μεγάλη συμμαχία.

Το άρθρο 13 του καταστατικού χάρτη του ΝΑΤΟ παρέχει έναν μηχανισμό αποχώρησης των κρατών μελών. Ίσως είναι καιρός να τροποποιηθεί το άρθρο 13 για να καθιερωθεί μια διαδικασία για την απέλαση ενός κράτους μέλους που δεν πληροί ούτε τις αρχές ούτε τις πρακτικές απαιτήσεις για ένταξη.

Ισχύον άρθρο 13.

Μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης για είκοσι χρόνια, οποιοδήποτε μέρος μπορεί να πάψει να είναι Μέρος ένα έτος μετά την κοινοποίηση καταγγελίας του στην κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, η οποία θα ενημερώσει τις κυβερνήσεις των άλλων μερών για την κατάθεση κάθε ειδοποίησης καταγγελίας.

Article 13
After the Treaty has been in force for twenty years, any Party may cease to be a Party one year after its notice of denunciation has been given to the Government of the United States of America, which will inform the Governments of the other Parties of the deposit of each notice of denunciation.

Με πληροφορίες από wsj.com

* Ο Αντώνης Βασιλείου είναι Αντιστράτηγος (εα), Διπλωματούχος Πολιτικός Μηχανικός, MSc Επιχειρησιακός Ερευνητής, τ. Σύμβουλος ΟΑΣΕ επί Συμβατικών Εξοπλισμών και τ. Μελετητής των Συστημάτων Διοικήσεως και Ελέγχου Πληροφοριών του ΝΑΤΟ (www.antoniosvasileiou.gr).


Leave a Reply

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

© 2023 Antonios L Vasileiou