17 Δεκεμβρίου 1913 μελανή σελίδα στην ιστορία του Ελληνισμού. Υπογράφεται το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας με το οποίο το βόρειο τμήμα της Ηπείρου καταδικάζεται να δοθεί στην Αλβανία και με το δίλημμα ή τα νησιά του Αιγαίου ή το τμήμα της Βορείου Ηπείρου.
Η οριστική εκδίκαση των νησιών του Αιγαίου δεν θα ίσχυε παρά μόνο όταν τα ελληνικά στρατεύματα εκκένωναν τα εδάφη της Βορείου Ηπείρου που είχαν απελευθερώσει κατά τη διάρκεια του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου και τα οποία είχαν επιδικασθεί με το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας στην Αλβανία.
Η Ελλάδα μπροστά στον εκβιασμό «Αιγαίο ή Βόρειος Ήπειρος» και έχοντας μόλις βγει από δύο συνεχόμενους Βαλκανικούς Πολέμους – με μία Βουλγαρία και μία Τουρκία που καιροφυλακτούσαν για εκδίκηση από τις πρόσφατες συντριβές τους και γνωρίζοντας ότι δεν θα έχει καμία βοήθεια από πουθενά αλλού – αποφάσιζε να υποκύψει στη θέληση των ισχυρών και να εγκαταλείψει αυτή την πανάρχαια ελληνική γη που μόλις πριν λίγους μήνες είχε απελευθερώσει με ποταμούς αιμάτων…
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΦΛΩΡΕΝΤΙΑΣ
«Υπογράφηκε από την Επιτροπή Διακανονισμού των συνόρων της Νότιας Αλβανίας στη Φλωρεντία στις 17 Δεκεμβρίου 1913»
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΝ
Ἄρθρον 1
Σύστασις τῆς Ἐπιτροπῆς
Συμφώνως πρὸς τὰς ἀποφάσεις τῆς 1ης Φεβρουαρίου καὶ τῆς 10ης Νοεμβρίου 1922 τῆς Συνδιασκέψεως τῶν Πρεσβευτῶν ἐν Παρισίοις, οἱ κάτωθι ὑπογράφοντες, δεόντως ἐξουσιοδοτημένοι ὑπὸ τῶν ἀντιστοίχων Κυβερνήσεων των ὡς μέλη τῆς διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς τοῦ καθορισμοῦ τῶν συνόρων τῆς Ἀλβανίας προβλεπομένης ὑπὸ τῆς καθοριζούσης τὰ σύνορα ταῦτα ἀποφάσεως ληφθείσης τὴν 9ην Νοεμβρίου 1921 ὑπὸ τῶν Κυβερνήσεων τῆς Βρεταννικῆς Αὐτοκρατορίας, τῆς Γαλλίας, τῆς Ἰταλίας καὶ τῆς Ἰαπωνίας, ἐπεφορτίσθησαν νὰ καθορίσουν ἐπὶ τόπου τὰ σύνορα μεταξὺ Ἀλβανίας καὶ Ἑλλάδος.
Ἄρθρον 2
Ἔγγραφα καθορίζοντα τὰ σύνορα
Ἡ ὁροθετικὴ γραμμὴ μεταξὺ Ἀλβανίας καὶ Ἑλλάδος συνεστήθη διὰ τῆς Συμβάσεως τοῦ Λονδίνου τοῦ 1913. Ὁ καθορισμὸς τοῦ Βορείου τμήματος ἀπὸ τοῦ τριεθνοῦς Ἀλβανίας, Ἑλλάδος καὶ Γιουγκοσλαβίας ἕως τὸ Μπανταρὸς καθωρίσθη ἐπακριβῶς διὰ τῆς ἀποφάσεως τῆς Συνδιασκέψεως τῶν Πρεσβευτῶν τὴν 27ην Ἰουλίου 1923. Ὁ καθορισμὸς τοῦ ὑπολοίπου τμήματος ἀπὸ τοῦ Μπανταρὸς ἕως τὸν ὅρμον τῆς Φτελιᾶς καθωρίσθη ἐπακριβῶς διὰ τοῦ Πρωτοκόλλου τῆς Φλωρεντίας τῆς 17ης Δεκεμβρίου 1913 τῆς Διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς διὰ τὸν καθορισμὸν τῶν μεσημβρινῶν τῶν συνόρων της Ἀλβανίας, εἰς τὰ Πρακτικὰ τῆς 15ης Συνεδριάσεώς της.
Ἄρθρον 3
Ὑποδιαίρεσις τῆς μεθορίου
Δία τὸν ἐπὶ τοῦ ἐδάφους καθορισμόν της, ἡ ἑλληνοαλβανικὴ ὁροθετικὴ γραμμὴ ἐχωρίσθη ὑπὸ τῆς Διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς καθορισμοῦ τῶν ἀλβανικῶν συνόρων τὸ 1923-24 εἰς τρεῖς τομεῖς.
Ὁ πρῶτος τομεὺς βαίνει ἀπὸ τοῦ τριεθνοῦς, κειμένου ἐντός της Λίμνης Πρέσπας, εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ ὑψοδείκτου 2.036 τοῦ Μπανταρός. Προσδιορίσθη ἐπὶ τόπου, διὰ 69 κανονικῶν ὁροσήμων, ἀριθμημένων ἀπὸ 1.1. ἕως 1.69.
Ὁ δεύτερος τομεὺς βαίνει ἀπὸ τὴν κορυφὴν τοῦ ὑψοδείκτου 2.036 τοῦ Μπανταρός, εἰς τὴν ὑδατίνην συμβολὴν Σαρανταπόρου-Βογιούσης. Οὗτος καθορίσθη ἐπὶ τοῦ ἐδάφους διὰ 29 κανονικῶν ὁροσήμων, ἠριθμημένων ἀπὸ ΙΙΙ.1 ἕως ΙΙΙ.79.
Ὁ τρίτος τομεὺς βαίνει ἀπὸ τῆς ὑδατίνης συμβολῆς Σαρανταπόρου-Βογιούσης εἰς τὸν ὅρμον τῆς Φτελιᾶς. Καθωρίσθη ἐπὶ τοῦ ἐδάφους διὰ 79 κανονικῶν ὁροσήμων, ἠριθμημένων ἀπὸ ΙΙΙ.1 ἕως ΙΙΙ.79.
Δία νὰ χαραχθῆ τὸ διάγραμμα τῆς μεθορίου μεταξὺ δύο διαδοχικῶν ὁροσήμων, μικραὶ πυραμίδαι ἄνευ ἀριθμοῦ κατεσκευάσθησαν εἰς τινὰ σημεῖα.
Τὰ δεδομένα τὰ ἀφορώντα τὴν κατασκευὴν τῶν ὁροσήμων συνοψίζονται εἰς τὸ Παράρτημα Ι.
Ἄρθρον 4.
Ἔγγραφα καθορίζοντα ἐπακριβῶς τὸ διάγραμμα τῆς μεθορίου
Τὸ διάγραμμα τῆς μεθορίου καθορίζεται:
Δία τῶν καταρτησθέντων ἀνὰ ἐν δὶ’ ἕκαστον ὁροσήμων 177 φύλλων μὲ τὴν περιγραφὴν αὐτοῦ καὶ τὴν λεπτομερῆ περιγραφὴν τῆς μεθορίου ἀπὸ τὸ ἐν λόγω ὀρόσημον ἕως τὸ ἑπόμενον τοιοῦτον (Παράρτημα ΙΙ)
Δία τῆς γενικῆς περιγραφῆς τῆς μεθορίου (Παράρτημα ΙΙΙ)
Δὶ’ ἑπτὰ φύλλων τοῦ χάρτου τῆς μεθορίου ὑπὸ κλίμακος 1:50.000 συνταχθέντων φροντίδι τῆς Διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς καθορισμοῦ τῶν συνόρων της Ἀλβανίας 1923-24 (Παράρτημα IV)
Αἳ εἰς τὰ ἄνω ἔγγραφα δοθεῖσαι περιγραφαὶ ἀναφέρονται ἀποκλειστικῶς εἰς τὸν τελευταῖον τοῦτον χάρτην, ὅστις ἀντικαθιστᾶ εἴτε τοὺς συνοπτικοὺς χάρτας ὑπὸ κλίμακα 1:100.000 καταρτησθέντας τὸ 1913 ὑπὸ τῶν Λοχαγῶν Κὶνγκ καὶ Γκαρμπῶ, συνημμένους εἰς τὸ Πρωτόκολλον τῆς Φλωρεντίας τῆς 17ης Δεκεμβρίου 1913 καὶ τοὺς ὁποίους ἡ Ἐπιτροπὴ ἀνεγνώρισεν ὡς μὴ ἀκριβεῖς, εἴτε τὸ σκαρίφημα ὑπὸ κλίμακα 1:50.000 υἱοθετηθὲν προσωρινῶς τὸ 1923 ὑπὸ τῆς Ἐπιτροπῆς καὶ ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἡ Συνδιάσκεψις τῶν Πρεσβευτῶν εἶχεν ἐκδόσει τὴν ἀπόφασίν της διὰ τὸν πρῶτον τομέα. Ἐν περιπτώσει διαφορῶν μεταξὺ χάρτου καὶ κειμένου, ἐξυπακούεται ὅτι τὸ κείμενον τῶν λεπτομερῶν περιγραφῶν, τὸ ὁποῖον εὑρίσκεται ἐπὶ τῶν φύλλων τῆς παραγράφου 1, θὰ ληφθῆ ὡς βάσις.
Ἄρθρον 5
Ροαὶ ὑδάτων ἀκολουθούμεναι ὑπὸ τῆς μεθορίου
Ἑκάστην φορᾶν καθ’ ἢν ἡ ὁροθετικὴ γραμμὴ ἀκολουθεῖ τὴν μισγάγκειαν ὑδατίνου ροῆς παραμένει καθιερωμένον ὅτι ἐὰν αἳ ροαὶ αὖται ὑποστοῦν τροποποιήσεις ὀφειλόμενας εἰς τὴν φυσικὴν καὶ διαδοχικὴν τῶν ὑδάτων ἐνέργειαν, ἡ ὁροθετικὴ γραμμὴ θὰ παρακολουθήση τὰς τροποποιήσεις ταύτας.
Ἀλλὰ ἐὰν αὖται ὀφείλονται εἰς τεχνικοὺς λόγους ἢ εἰς τὴν αἰφνιδίαν ἐπενέργειαν τῶν δυνάμεων τῆς φύσεως, δὲν θὰ ἐπιφέρουν τροποποιήσεις τῆς ὁροθετικῆς γραμμῆς, ἤτις θὰ πρέπει τότε νὰ καταστῆ σταθερὰ καὶ ἀμετάβλητος.
Ἄρθρον 6
Μονοπάτια καὶ στενωποὶ ἀκολουθοῦσαι τὴν μεθόριον
Ἐάν, ἑξαιρετικῶς, ἡ ὁροθετικὴ γραμμὴ ἀκολουθῆται ἀπὸ μονοπάτιον ἢ στενωπόν, οἱ κάτοικοι τῶν δύο ὁμόρων χωρῶν θὰ ἔχωσι τὸ δικαίωμα τῆς ἐλευθέρας διόδου ἐπ’ αὐτοῦ του μονοπατίου ἢ τῆς στενωπού.
Ἄρθρον 7
Στρατιωτικὰ ἔργα γειτονικά της μεθορίου
Οὐδὲν στρατιωτικὸν ἔργον δέον νὰ ὑφίσταται πλέον, οὔτε νὰ κατασκευασθῆ ἐν τῷ μέλλοντι ἐπὶ ἐδαφικῆς λωρίδος πλάτους 20 μέτρων ἐξ ἑκάστης πλευρᾶς τῆς ὁροθετικῆς γραμμῆς.
Ἄρθρον 8
Συντήρησις ὁροθετικῆς γραμμῆς
Ἄρθρον 9
Συντήρησις τῆς γέφυρας τοῦ Περάτι
Ἄρθρον 10
Διάφορα ζητήματα
Ἄρθρον 11
Δηλώσεις τῆς Ἐπιτροπῆς σχετικῶς μὲ τὴν μεθόριον
Ἡ Ἐπιτροπὴ καθορισμοῦ ὁρίων ἀφοῦ ἐβεβαιώθη:
Α. ὅτι τὸ ἐπὶ τόπου διάγραμμα εἶναι σύμφωνον πρὸς τὰς βασικᾶς ἀποφάσεις τὰς ὑποδειχθείσας ἐν τῷ ἄρθρω 2
Β. Ὅτι τὰ συνταχθέντα χαρτογραφικὰ ἔγγραφα ἐναρμονίζονται μετὰ τοῦ ἐδάφους
Γ. Ὅτι τὰ τρία συνημμένα ἀντίτυπα τῶν ἐγγράφων, προοριζόμενα ἀντιστοίχως διὰ τὴν Συνδιάσκεψιν τῶν Πρεσβευτῶν, διὰ τὴν Ἀλβανίαν καὶ διὰ τὴν Ἑλλάδα εἶναι πανομοιότυπα.
Ἀφοῦ ἐπραγματοποιήθη ἐπὶ τόπου ἡ παράδοσις τῆς μεθορίου εἰς τὰς δύο ἐνδιαφερομένας Κυβερνήσεις λαβοῦσα ὑπ’ ὄψιν τὰς δηλώσεις τῶν ἀντιπροσώπων τῶν δύο ἐνδιαφερομένων Κρατῶν, τὰς περιεχομένας εἰς τὸ Παράρτημα 5,
Δηλώνει παμψηφεὶ ὅτι ἡ μεθόριος μεταξὺ Ἀλβανίας καὶ Ἑλλάδος ἀπὸ τοῦ τριεθνοῦς Ἀλβανίας, Ἑλλάδος, Γιουγκοσλαβίας ἕως τοῦ ὅρμου τῆς Φτελιᾶς εἶναι πραγματικῶς καὶ ἐγκύρως ὁροθετημένη (ἄρθρα ΙΙΙ καὶ ΙV τοῦ παρόντος Πρωτοκόλλου).
Ἄρθρον 12
Λῆξις τῶν ἐργασιῶν
Δία τῆς ὑπογραφῆς τοῦ παρόντος Πρωτοκόλλου αἳ ἀργασίαι τῆς Διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς καθορισμοῦ τῶν συνόρων της Ἀλβανίας ἐπὶ τῆς ἑλληνοαλβανικῆς μεθορίου ἐτερματίσθησαν.
Γενόμενον ἐν Φλωρεντία εἰς τρία πρωτότυπα ἀντίτυπα προωριζόμενα:
Δία τὴν Συνδιάσκεψιν τῶν Πρεσβευτῶν
Δία τὴν κυβέρνησιν τῆς Ἀλβανίας
Δία τὴν κυβέρνησιν τῆς Ἑλλάδος
Χάραξη της Οροθετικής Γραμμής
ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΟΡΟΘΕΤΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΗΣ
Η οροθετική γραμμή ξεκινά από το σημείο C (σε χάρτη αυστριακής εκδόσεως υψοδείκτης 1738, στα ΒΑ της θέσεως Μάντρα Νικολίτσα), όπου τα προς τα Νότια όρια του Καζά (Επαρχίας) της Κορυτσάς συναντιόνται με την κορυφογραμμή του Γράμμου. Κατευθύνεται προς τα Νότια ακολουθώντας την κορυφογραμμή του Γράμμου, μέχρι την Μαύρη Πέτρα, στη συνέχεια περνάει από τους υψοδείκτες 2536 (Ελληνικοί χάρτες 2520) και 2019 και ενώνεται με το Γκόλιο.
Από εκεί, αφού ακολουθήσει τη γραμμή που διαχωρίζει τα νερά, μέχρι τον υψοδείκτη 1740, περνάει ανάμεσα από τα χωριά Ραντάτι και Προσήλιο (Κουρσάκα), κατευθύνεται προς το λόφο ΒΑ του Κούκεσι, από όπου κατεβαίνει για να φτάσει στο Σαραντάπορο ποταμό.
Ακολουθεί την κοίτη του παραπάνω ποταμού μέχρι τη συμβολή του με τον Αώο (Βογιούσα) ποταμό, από όπου συναντά την κορυφογραμμή του όρους Τούμπα, περνώντας ανάμεσα στα χωριά Μολυβοσκεπάστο (Δεπαλίτσα) και Μεσσαριά και στους υψοδείκτες 1956 και 2000.
Από την κορυφογραμμή της Τούμπας η οροθετική γραμμή κατευθύνεται προς τα Δυτικά στον υψοδείκτη 1621, περνώντας προς τα Βόρεια του χωριού Δρυμάδες.
Στη συνέχεια ακολουθεί τη γραμμή που διαχωρίζει τα νερά μέχρι τον υψοδείκτη στα ΒΑ του χωριού Επισκοπή (σύμφωνα με τις ενδείξεις του παραπάνω χάρτη).
Από εκεί κατευθύνεται προς τα Νότια ακολουθώντας την κορυφογραμμή ανάμεσα Ραντάτι, που παραμένει στην Αλβανία και Αργυροχώρι (Γαϊδοχώρι) που παραμένει στην Ελλάδα, κατεβαίνει προς την κοιλάδα του Δρίνου και διασχίζοντας τον ποταμό ανεβαίνει προς το λόφο της Κακκαβιάς, αφήνοντας τα χωριά Βάλτιστα (σημ. ιστολογίου: σημερινή Χαραυγή) και την Καστάνιανη στην Ελλάδα και την Κοσοβίτσα στην Αλβανία και φτάνει στη Μουργκάνα, υψοδείκτης 2124 (Ελληνικοί χάρτες 1806).
Από εκεί συναντά τη Στρουγγάρα και από το Βερτόπι και τον υψοδείκτη 750, αφήνοντας τα χωριά Γιάνναρη και Βέρβα στην Αλβανία, περνάει από τους υψοδείκτες 1014, 675, 839, κατευθύνεται προς τα ΒΔ και αφήνοντας την Κονίσπολη στην Αλβανία, ακολουθεί την κορυφογραμμή των λόφων Στύλος και Όρμπα και προτού φτάσει στον υψοδείκτη 254, στρέφεται προς τα Νότια και συναντά τον όρμο Φτελιά.