Από ανάρτηση του Στρατηγού (εα) Κωνσταντίνου Ζιαζιά, Επίτιμου Αρχηγού ΓΕΣ, στο Facebook.
Τα 200 χρόνια από την Επανάσταση είναι μια επέτειος ορόσημο και προσκλητήριο. Μας προσκαλεί να θυμηθούμε, να διαβάσουμε, να στοχαστούμε, να μετουσιώσουμε τη συγκίνηση σε γνώση και τη γνώση σε κριτικό και αυτοκριτικό λόγο.
Ένα από τα μεγάλα και αναπάντητα ερωτήματα της νεότερης ιστορίας μας , είναι ο θάνατος του μεγάλου Σαρακατσάνου Στρατηγού Γεώργιου Καραϊσκάκη, του θρυλικού «γιου της καλόγριας». Ποιος δολοφόνησε τον Γεώργιο Καραϊσκάκη; Για πολλούς έπεσε στο πεδίο της μάχης από εχθρικά πυρά, για άλλους από Έλληνες που ενεργούσαν για λογαριασμό των «ξένων».
Ο Καραϊσκάκης τον Ιούλιο του 1826 διορίζεται αρχιστράτηγος της Ρούμελης, με πλήρη δικαιοδοσία. Η πρώτη του ενέργεια ήταν να ανακουφίσει τους πολιορκημένους της Ακρόπολης της Αθήνας. Στις 6 Αυγούστου νικά τους Τούρκους στο Χαϊδάρι και θα επαναλάβει τη νίκη του δύο ημέρες αργότερα.
Παρότι σοβαρά άρρωστος, θα επιχειρήσει εκστρατεία προς τη Δόμβραινα τον Οκτώβριο για να αποκόψει τον ανεφοδιασμό του Κιουταχή που πολιορκούσε την Ακρόπολη. Θα εκκαθαρίσει την περιοχή και στις 24 Νοεμβρίου του 1826 θα σημειώσει μεγαλειώδη νίκη επί των Τούρκων στην Αράχοβα, σε μία πολυήμερη μάχη, που θα αναδείξει τις στρατηγικές του ικανότητες. Για τους κατακτητές ήταν η δεύτερη μεγάλη καταστροφή μετά τα Δερβενάκια.
Μετά τη διασφάλιση της κεντρικής Στερεάς Ελλάδας επιστρέφει στην Αττική για να αντιμετωπίσει τον Κιουταχή, που συνεχίζει την πολιορκία της Ακρόπολης (28 Φεβρουαρίου 1827). Θα σημειώσει δύο σπουδαίες νίκες, στο Κερατσίνι (4 Μαρτίου) και στο μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνα (13 Απριλίου).
Στις 21 Απριλίου του 1827 οι ελληνικές δυνάμεις είχαν στρατοπεδεύσει στο Φάληρο για να αντιμετωπίσουν σε μία ακόμη μάχη τον Κιουταχή. Την αρχιστρατηγία είχαν αναλάβει οι Άγγλοι φιλέλληνες Ριχάρδος Τσόρτς και ο Τόμας Κόχραν, με «απόφαση»……….. της Γ’ Εθνοσυνέλευσης της Τροιζήνας. Ο Καραϊσκάκης είχε διαφωνήσει με το σχέδιο της κατά μέτωπον επίθεσης και είχε αποσυρθεί στη σκηνή του άρρωστος.
Η επιχείρηση ορίσθηκε να πραγματοποιηθεί τη νύχτα της 22ας προς την 23η Απριλίου 1827, έχοντας συμφωνήσει ,κανείς να μην ξεκινήσει άκαιρα τους πυροβολισμούς πριν δοθεί το σύνθημα για γενική επίθεση. Το απόγευμα της 22ας Απριλίου ακούστηκαν πυροβολισμοί από ένα Κρητικό οχύρωμα. Οι Κρητικοί προκαλούσαν τους Τούρκους και καθώς εκείνοι απαντούσαν οι εχθροπραξίες γενικεύτηκαν. Ο Καραϊσκάκης, παρότι άρρωστος βαριά, έφτασε στον τόπο της συμπλοκής. Εκεί μια σφαίρα τον τραυμάτισε θανάσιμα στο υπογάστριο . Οι γιατροί που ανέλαβαν την περίθαλψή του γρήγορα κατάλαβαν πως θα κατέληγε.
Ο ήρωας μεταφέρθηκε στο στρατόπεδό του στο Κερατσίνι και αφού μετάλαβε των Αχράντων Μυστηρίων, υπαγόρευσε τη διαθήκη του, που ιδιόχειρα υπέγραψε. Παρά τις προσπάθειες των γιατρών, και την μεταφορά του στο πλοίο των Άγγλων, ο Καραϊσκάκης άφησε την τελευταία του πνοή στις 4 το πρωί της 23ης Απριλίου 1827, ανήμερα της ονομαστικής του εορτής. Νωρίτερα είχε πληροφορηθεί τον θάνατο της γυναίκας του Γκόλφως και πολλοί φοβήθηκαν ότι θα εγκατέλειπε την πολιορκία. Ο Καραϊσκάκης έγραψε ένα γράμμα προς την κυβέρνηση που έλεγε ότι δεν θα εγκατέλειπε τον αγώνα, παρότι το χρέος του τον προσκαλούσε να πάει κοντά στα παιδιά του. Δεν έμεινε όμως για πολύ καιρό ζωντανός. Φυσικά δεν γνωρίζουμε τον δολοφόνο του Καραϊσκάκη. Η αλήθεια όμως είναι ότι ο Καραϊσκάκης ήταν ριψοκίνδυνος. Σε μάχη στο Κομπότι της Άρτας τον Μάιο του 1821, ακάλυπτος ειρωνευόταν τους εχθρούς που υποχωρούσαν. Δέχτηκε μία σφαίρα στα γεννητικά όργανα, αλλά ευτυχώς ανάρρωσε.
Αναφέρεται πως όταν ο Κολοκοτρώνης έμαθε τον θάνατο του Καραϊσκάκη «κάθισε κάτω σταυροπόδι» και μοιρολογούσε σαν γυναίκα.
Τα τελευταία λόγια, που είπε στους συμπολεμιστές του, κατά τον Στρατηγό Μακρυγιάννη, που τον επισκέφθηκε την αποφράδα εκείνη νύχτα, ήταν λόγια που πρέπει και σήμερα να είναι οδηγός για όλους τους Έλληνες:
«Αδέλφια μου πάω να με κοιτάξουν οι γιατροί. Μα ποιός ξέρει ίσως και να μην ζήσω. Θα πεθάνω όμως ευχαριστημένος γιατί έκανα, όσο μου το συγχώρεσαν οι δυνάμεις μου, το χρέος μου προς την πατρίδα. Ένα σας γυρεύω να μην κιοτήσετε αν πεθάνω, να φανείτε πιο παλληκάρια. Μην τους φοβόσαστε τους Τούρκους, αυτοί άμα σας ξέρουν μονιασμένους σας τρέμουν. Κι ούτε έχετε ανάγκη να σας αφεντεύουν ξένοι στον πόλεμο. Τον ξέρετε καλύτερα από κάθε άλλον. Και ο πόλεμος που κάνουμε είναι δίκιος και χρειαζούμενος. Έλληνες μου σας το ζητώ ξανά, μη λυπηθείτε αν πεθάνω γιατί τιμή και καύχημα των παληκαριών είναι να φωνάζουν σφαγάρια κι όχι ψοφίμια… Συγχωρνάτε αδέλφια, όπως και εγώ συχωρνάω μικρούς και μεγάλους. Έχετε γεια άξια παλληκάρια και κατακαημένοι σύντροφοι»
Ο γραμματέας του Καραϊσκάκη, Δημήτριος Αινιάν, αναφέρει σε βιβλίο που τύπωσε το 1833 ότι, λίγο πριν ξεψυχήσει, ο «γιος της καλόγριας» είπε στους Χριστόδουλο Χατζηπέτρο και Γαρδικιώτη Γρίβα ότι «επληγώθη από το μέρος των Ελλήνων, ότι εγνώριζεν τον αίτιον και ότι αν ήθελε ζήσει, ήθελε τον κάμει γνωστόν και εις το στρατόπεδον».
Ο Ιωάννης Ζαμπέλιος δικαστικός, δραματικός ποιητής, εθνικός αγωνιστής και μέλος της Φιλικής Εταιρείας, στην τραγωδία «Γεώργιος Καραϊσκάκης», αναφέρει ότι ο Καραϊσκάκης είπε προς τους Χατζηπέτρο και Γρίβα: «Αύριο αν είμαι ζωντανός ακόμη, ελάτε να σας πω ένα μυστικόν». Στη συνέχεια όμως τονίζει ότι το μυστικό δεν ήταν η δολοφονία του Καραϊσκάκη από Έλληνες. Ο Κ. Μαργαρίτης γράφει για το μοιραίο βόλι «…το οποίον είναι άδηλον πόθεν ερρίφθη, πολλοί φρονούσι ότι ερρίφθη από τους αντιζήλους του».
Ο Κασομούλης επιβεβαιώνει τη στιχομυθία Καραϊσκάκη, Χατζηπέτρου και Γαρδικιώτη και αναφέρει ότι ένας Χιμαριώτης, ο Κώστας Στράτης, πιστός του Κίτσου Τζαβέλα, λίγο πριν πεθάνει εξομολογήθηκε και είπε ότι στη διάρκεια της συμπλοκής, καθώς έκανε περιστροφή με το άλογό του για να πάρει καλύτερη θέση, άθελά του πυροβόλησε τον Καραϊσκάκη. Φαίνεται όμως ότι όλοι οι άνδρες του Τζαβέλα πολεμούσαν πεζοί. Γενικά από τα γραφόμενα του Κασομούλη προκύπτει ότι η υποψία ότι ο δολοφόνος ήταν «Έλληνας» ήταν διάχυτη στους συντρόφους του Καραϊσκάκη. Αν και περιστοιχιζόταν από ιππείς που τον λάτρευαν, κάποιος ίσως δωροδοκήθηκε για να τον σκοτώσει. Εξάλλου, ανάμεσα στους ιππείς υπήρχαν και φιλέλληνες. Η εξομολόγηση του Κώστα Στράτη αποδεικνύει το πόσο πιθανή ήταν η άποψη για τη δολοφονία του Καραϊσκάκη από « Έλληνα» .
Ο Μακρυγιάννης, ο οποίος συμμετείχε στην πολιορκία της Ακρόπολης, στα Απομνημονεύματα του δεν υπαινίσσεται ελληνική εμπλοκή στον θάνατο του Καραϊσκάκη, όμως σε μεταγενέστερα κείμενά του, θεωρεί ηθικό αυτουργό της δολοφονίας του Καραϊσκάκη τον Μαυροκορδάτο.
Ο Χριστόφορος Περραιβός θεωρεί ότι τον Καραϊσκάκη πυροβόλησε Τούρκος καβαλάρης που αφίππευσε (πράγμα πολύ δύσκολο μέσα στη συμπλοκή). Έτσι όμως δεν δικαιολογείται η φορά της σφαίρας.
Ο Γενναίος Κολοκοτρώνης , που συμμετείχε και αυτός στην πολιορκία της Ακρόπολης, ως αρχηγός των Πελοποννησίων, γράφει ότι δύο Τούρκοι που βρίσκονταν στην μάντρα-οχύρωμα, αναγνώρισαν τον Καραϊσκάκη και τον πυροβόλησαν στην κοιλιά. Ανάλογη είναι και η άποψη του Χρήστου Βυζάντιου, όμως και οι δύο αυτές γνώμες χωλαίνουν στο ότι δεν δικαιολογείται με τις θεωρίες τους η φορά της σφαίρας.
Ο Δημήτριος Σταμέλος συγγραφέας, δημοσιογράφος και λαογράφος, θεωρεί ότι η δολοφονία του Καραϊσκάκη οργανώθηκε από τους Μαυροκορδάτο, Τσορτς και Κόχραν, καθώς η αγγλική κυβέρνηση δεν ήθελε να απελευθερωθεί η Στερεά Ελλάδα. Το ίδιο πιστεύουν και οι Σπυρομήλιος και Φωτιάδης. Αν και οι Τσορτς και Κόχραν ευθύνονται για τη συντριβή στη μάχη του Ανάλατου, δεν υπάρχουν αδιάσειστα στοιχεία για εμπλοκή τους στη δολοφονία του Καραϊσκάκη.
Τελικά, ο περίεργος και ανεξήγητος θάνατος του Γεωργίου Καραϊσκάκη , είναι αναμφίβολα ένα από τα σκοτεινότερα και τραγικότερα γεγονότα της Επανάστασης του 1821. Από έγκριτους ιστορικούς έχει διατυπωθεί η άποψη ότι ο θάνατος του Καραϊσκάκη οφειλόταν σε δολοφονική ενέργεια είτε με υποκίνηση των Άγγλων, που ήθελαν τον περιορισμό της Επανάστασης στην Πελοπόννησο, είτε του μεγάλου αντιπάλου του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, χωρίς όμως απτές αποδείξεις .
Ο θάνατος του Αρχιστράτηγου Γεωργίου Καραϊσκάκη σφραγίζει τη μοίρα της Επανάστασης και την πορεία της νεότερης Ελλάδας. Ο θάνατος του Καραϊσκάκη στο Φάληρο, υπήρξε οριακός σταθμός των στρατιωτικών και πολιτικών εξελίξεων στη χώρα μας και αφορμή ξενικής επέμβασης και εξάρτησης, που διαμόρφωσε τελικά την κοινωνική δομή της μεταπελευθερωτικής Ελλάδας. Τα επακόλουθα του θανάτου του (καταστροφή στον Ανάλατο), στάθηκαν ολέθρια για ολόκληρο το επαναστατικό κίνημα, γιατί ανέβαλαν την απελευθέρωση, περιόρισαν τις ελληνικές περιοχές που λευτερώθηκαν, νόθευσαν τις βαθύτερες προοπτικές του Αγώνα.
Ο «Γιός της Καλογριάς» ήταν το δεύτερο εμπόδιο στον σχεδιασμό των Άγγλων και των «Ελλήνων» πολιτικών της εποχής, για μια «ανεξαρτησία» περιορισμένη στα όρια της Πελοποννήσου, ουσιαστικά για ένα «ελεύθερο» κρατίδιο υπό κηδεμονία.
Το πρώτο εμπόδιο, τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, είχαν καταφέρει να τον εξουδετερώσουν από την αρχή. Ο Αρχηγός της Επανάστασης, ο Πόντιος από τα Ύψηλα, αυτός που διάβηκε τον Προύθο με τον Ιερό Λόχο για να σταθεί στις Θερμοπύλες του ΄21, παραμένει και σήμερα ένας «ενοχλητικός» Ήρωας -ίσως γιατί αν διαβαστεί προσεκτικά το «Μάχου Υπέρ Πίστεως και Πατρίδος», το εναρκτήριο σάλπισμα της Εθνεγερσίας, θα φέρει σε πολύ δύσκολη θέση τους διαχρονικούς κήρυκες της υποταγής στους εκάστοτε «προστάτες», «συμμάχους» και… «εταίρους».
Ο Καραϊσκάκης όμως ήταν παρών και προσπάθησαν να τον βγάλουν από την μέση με όλους τους τρόπους. Μέχρι και «δίκη» στο Αιτωλικό έστησε ο Μαυροκορδάτος λίγο πριν από τον θάνατο του, με την κατηγορία της… προδοσίας και τον καταδίκασαν σε θάνατο! Μια από τις πιο βρώμικες υποθέσεις κατά την διάρκεια της Επανάσταση του 1821 είναι η δίκη του Καραϊσκάκη στο Αιτωλικό. Από όπου και να την πιάσεις βρωμάει. Παρόλα αυτά ο ήρωας δεν πτοήθηκε και βρήκε την ψυχική δύναμη όταν όλοι τον κατηγορούσαν, όταν «Έλληνες» και Τούρκοι τον κυνηγούσαν ζητώντας την φυσική του εξόντωση. Πρώτα αντιστάθηκε, και στη συνέχεια έκανε τα γνωστά του κατορθώματα που δόξασαν τον ίδιο και έσωσαν την επανάσταση σε πολύ δύσκολες στιγμές. Την ηθική του εξόντωση, πριν την φυσική του, προσπάθησαν να την πετύχουν με την καταδίκη του, τάχα ως εχθρό της πατρίδας.
Αλλά τρόμαξαν και οι ίδιοι με τις συνέπειες που θα είχε η εκτέλεση του Καραϊσκάκη, καθώς μάλιστα στο πεδίο των μαχών η απουσία του Αρχιστράτηγου είχε προκαλέσει τεράστια προβλήματα και αναγκάστηκαν να τον επαναφέρουν άρον-άρον και να του αναθέσουν να αντιμετωπίσει τους τούρκους στην Αθήνα.
Εκεί όμως είχαν ήδη στήσει το σκηνικό της «τελικής λύσης», ορίζοντας τους δύο Άγγλους στρατηγούς, τον Κόχραν και τον Τσορτς, ως… αρχηγούς των ελληνικών δυνάμεων, με σαφή εντολή να οδηγήσουν τους επαναστατημένους Έλληνες, οι οποίοι πολεμούσαν σε σχηματισμό αντάρτικων σωμάτων, σε μετωπική επίθεση εναντίον του οθωμανικού τακτικού στρατού.
Ο Καραϊσκάκης αντέδρασε, αρνήθηκε και «πέθανε» ……….
Την επομένη ημέρα, οι δύο Άγγλοι οδήγησαν τους Έλληνες στην Μάχη του Αναλάτου (περίπου εκεί όπου βρίσκεται σήμερα η Νέα Σμύρνη) που είχε ως φυσικό αποτέλεσμα την ολοκληρωτική καταστροφή.
Ακολούθησαν το Ναβαρίνο και η Συνθήκη του Λονδίνου και, φυσικά, οι συνεχείς εξωτερικοί δανεισμοί που είχαν ξεκινήσει ήδη από την αρχή της Επανάστασης.
Ακολούθησαν και οι αντίστοιχοι «πολιτικοί ηγέτες» από τον Μαυροκορδάτο μέχρι τους σύγχρονους, που έστησαν το «κράτος» των νέο-ραγιάδων, με δανεικό χρήμα και ασύλληπτη (κυριολεκτικά και μεταφορικά) διαφθορά και διαρκή υποτέλεια στους ξένους.
Το τρίτο μεγάλο εμπόδιο εκείνης της Γενιάς, ο Κολοκοτρώνης, τη «γλίτωσε» με μια καταδίκη σε θάνατο που δεν εκτελέστηκε ποτέ.
Τραγική ειρωνεία, την ώρα που ο Καραϊσκάκης ψυχορραγούσε τυλιγμένος σε μια κουβέρτα στο κατάστρωμα του αγγλικού πλοίου όπου τον μετέφεραν μετά τον θανάσιμο τραυματισμό, έφτανε το γράμμα του Κολοκοτρώνη , ο οποίος τον αγαπούσε σαν παιδί του, που τον συμβούλευε να φυλάγεται και να μην διακινδυνεύει τη ζωή του σε ασήμαντες αψιμαχίες, διότι ήταν ΗΓΕΤΗΣ και από αυτόν εξαρτιόνταν το ασκέρι του και ο αγώνας.
Ο γενναιότερος των οπλαρχηγών του ‘21, έζησε και πέθανε «ωραίος ως μύθος», αγωνιζόμενος για την ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ της ΠΑΤΡΙΔΟΣ.
Ο Καραϊσκάκη αποτελεί λαμπρό δείγμα οξύτατης στρατηγικής ιδιοφυΐας, ακατάβλητου δυναμισμού , μεγαλοφροσύνης και απαράμιλλης γενναιοψυχίας. Η παροιμιώδες αθυροστομία του, είχε ακριβώς να κάνει με τον περήφανο χαρακτήρα του, το υψηλό ΦΡΟΝΗΜΑ του και το γεγονός ότι είχε ασβέστη τη φλόγα της ελευθερίας μέσα στην ψυχή του.
Με μία λέξη, ήταν ηγέτης. Άλλο ζήτημα αν, όπως έλεγε ο ίδιος, ο χαρακτήρας του τον έκανε να είναι άλλοτε άγγελος και άλλοτε διάβολος.
Ο Καραϊσκάκης, ο κορυφαίος του Εικοσιένα, αποτελεί έναυσμα έμπνευσης για όλους τους Έλληνες, κατεβαίνει αληθινά μέσα από το χρόνο, θεματοφύλακας αξιών και προσδοκιών του Γένους, ο «Αχιλλέας της Ρωμιοσύνης» όπως τον αποκάλεσε ο Παλαμάς που ζει «στην άρρωστη του σάρκα της Φυλής η μοίρα»………..
ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΤΕΛΙΚΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΑΝ ΟΙ ΑΠΟΓΟΝΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΕΣ ΤΩΝ ΜΑΥΡΟΚΟΡΔΑΤΟΥ ΚΑΙ ΚΩΛΛΕΤΗ ΚΑΙ ΟΧΙ Η ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ, Η ΕΝΤΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Ο ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ.