Η Σφαγή στα Άνω και Κάτω Κερδύλλια Σερρών ή η Σφαγή των Κερδυλλίων, αποτελεί μια από τις πιο γνωστές ανθρώπινες τραγωδίες κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ελλάδα, καθώς περισσότεροι από 200 άμαχοι κάτοικοι των Άνω και Κάτω Κερδυλλίων Σερρών εκτελέστηκαν από άνδρες της γερμανικής Βέρμαχτ ως αντίποινα για τη δράση ανταρτών στην περιοχή και για την βοήθεια των κατοίκων των εν λόγω χωριών προς τους αντάρτες.
Ξημερώματα της 17 Οκτωβρίου 1941, δύο λόχοι του 220ου Τάγματος Σκαπανέων της Βέρμαχτ με δύναμη 250 ανδρών υπό τις διαταγές των λοχαγών Βέντλερ και Σράινερ ξεκίνησαν από τον Σταυρό Θεσσαλονίκης για τα Κερδύλλια έχοντας μαζί τους κρατούμενους Κερδυλλιώτες.
Φτάνοντας κοντά στα χωριά άφησαν τα αυτοκίνητα, άρχισαν να ανεβαίνουν από τρία σημεία και περικύκλωσαν τα Άνω Κερδύλλια από την θέση Στρόβολο και τα Κάτω Κερδύλλια από την θέση Λειβάδια. Η χρονική στιγμή εκδήλωσης της επιχείρησης και το γεγονός ότι άφησαν τα αυτοκίνητα μακριά από τα χωριά δείχνει οι Γερμανοί στρατιώτες ήθελαν να αιφνιδιάσουν τους κατοίκους. Και πραγματικά σχεδόν το σύνολο των κατοίκων των δύο χωριών συνελήφθη. Κανείς δεν προσπάθησε να αποδράσει επειδή οι κάτοικοι, καθώς δεν υπήρχε ανάλογο προηγούμενο, δεν πήραν στα σοβαρά τις γερμανικές απειλές.
Οι στρατιώτες της Βέρμαχτ συγκέντρωσαν τους άρρενες κατοίκους μεταξύ 16 και 60 χρόνων στις θέσεις Αλώνια και Κούτρες. Οι γυναίκες και τα παιδιά αρχικά συγκεντρώθηκαν στα σχολεία και στη συνέχεια, αφού είχαν απομακρυνθεί οι άντρες, τους επιτράπηκε να πάρουν μαζί τους όσα πράγματα μπορούσαν και να φύγουν προς το Καστρί και την Ευκαρπία ενώ κλείδωσαν σε κοινοτικό κατάστημα 23 υπερήλικες, οι οποίοι αργότερα κινδύνεψαν από την πυρπόληση του χωριού.

Στις 09.00 το πρωί δόθηκε το σήμα με μια φωτοβολίδα και οι Γερμανοί στρατιώτες άρχισαν να εκτελούν άρρενες κατοίκους ηλικίας από 16 μέχρι 60 ετών. Από την εκτέλεση εξαιρέθηκαν στα Άνω Κερδύλλια δεκαεπτά άτομα άνω των εξήντα ετών, μεταξύ των οποίων ο ιερέας, ο δάσκαλος και ο δασοφύλακας και στα Κάτω Κερδύλλια δέκα γέροντες. Οι άνθρωποι αυτοί χρησιμοποιήθηκαν μετά το τέλος των εκτελέσεων για την ταφή των νεκρών.
Τα κτίρια των χωριών κάηκαν εκτός από τις εκκλησίες και μετά την καταστροφή, οι κάτοικοι κατέφυγαν στα χωριά Καστρί και Ευκαρπία.
Αιωνία η μνήμη των αδίκως και αναιτίως εκτελεσθέντες. Ο αγώνας για δικαίωση συνεχίζεται.